Άρθρο της Ρέρα Ειρήνης, Παιδοψυχολόγου MSc. Ιατρικής Σχολής ΑΠΘ – Αθλητικής ψυχολόγος Dipl – Ψυχοθεραπεύτριας Τραύματος EMDR

Ο δρόμος της γονεϊκότητας είναι διαφορετικός για τον κάθε γονιό, καθώς εξαρτάται από την προσωπικότητά του, τα βιώματα που «κουβαλά» από τους δικούς του γονείς, καθώς και από άλλους παράγοντες, όπως η ηλικία ή οι κοινωνικές συνθήκες του περιβάλλοντός του. Σίγουρα ο τρόπος που μεγαλώνει ένας γονέας το παιδί του δεν είναι μονοδιάστατος και ανεξάρτητος από όσα έχει ζήσει , όμως η μέθοδος ανατροφής που ακολουθεί αποτελεί ξεκάθαρα επιλογή και συνδέεται άρρηκτα με την σχέση που έχει ο ίδιος γονέας με τον εαυτό του.

Στην σύγχρονη εποχή της συνεχούς πληροφόρησης, οι νέοι γονείς σε μια προσπάθεια να κάνουν το καλύτερο για τα παιδιά τους, διαβάζουν βιβλία, ενημερώνονται, συμμετέχουν σε συνεδρίες συμβουλευτικής, σε σχολές γονέων και όλη αυτή η διάθεση αυτοβελτίωσης και υποστήριξης στον πολυεπίπεδο νέο τους ρόλο, αποτελεί μια μεγάλη ανάσα ελπίδας και εξέλιξης.

Ανάμεσα σε τόσες διαφορετικές επιλογές ανατροφής, είναι δύσκολο να επιλέξει κανείς αυτή που κατά τη γνώμη του θα αποτελέσει φάρο για τον ίδιο, αλλά και θα αναδείξει τον καλύτερο εαυτό του παιδιού του. Στις μέρες μας γίνεται συχνά αναφορά στο gentle parenting, έναν πιο «ήπιο τρόπο γονεϊκότητας», ο οποίος έχει ως βασικά του θεμέλια έννοιες, όπως ο σεβασμός, τα όρια, η ενσυναίσθηση και η κατανόηση. Ουσιαστικά, η ιδέα της ήπιας ανατροφής υπάρχει από τη δεκαετία του 1930, αλλά έλαβε αυξημένη δημοτικότητα τα τελευταία χρόνια. Η βασική πεποίθηση της Sarah Ockwell-Smith, συγγραφέα του βιβλίου “The Gentle Parenting Book”, είναι ότι η ήπια ανατροφή βοηθά τους γονείς να οικοδομήσουν μια σχέση με το παιδί τους που βασίζεται στην προθυμία και τις επιλογές του, αντί στις γονεϊκές προσδοκίες και τους κανόνες που θέτουν οι ίδιοι.

Αυτό που παραμένει ασαφές είναι τι ακριβώς συνεπάγεται αυτό το στυλ γονεϊκότητας, το οποίο περιγράφεται από την ιδρύτριά του Sarah Ockwell-Smith ως “ένας τρόπος ύπαρξης” και “μια νοοτροπία”, με “έμφαση στα συναισθήματα των παιδιών μας”. Σημαίνει δηλαδή ότι δεν φωνάζει κανείς; Ότι δεν υπάρχει καμία τιμωρία; Τελικά αυτό κάνει καλό στα παιδιά; Ενώ ένα εξίσου σημαντικό ερώτημα που ανακύπτει είναι: «Είναι καλό για εμάς τους γονείς;»

Οφέλη του gentle parenting

Δίνοντας έμφαση στα τρία C , δηλαδή στη σύνδεση (connection), την επικοινωνία (communication) και τη συνέπεια (consequence) αυτή η μορφή ανατροφής φαίνεται να επενδύει σε σημαντικές πτυχές που αφορούν το συναισθηματικό δεσμό ενός γονέα με το παιδί του. Η βασική ιδέα είναι ότι όσο πιο συνδεδεμένοι είμαστε με το παιδί μας, τόσο πιο πιθανό είναι να θέλει να συμπεριφέρεται με τρόπο που να μας ευχαριστεί.

Οι ανταμοιβές και οι τιμωρίες δεν περιλαμβάνονται στη μέθοδο της ήπιας ανατροφής. Αυτό οφείλεται στην πεποίθηση ότι ένα σύστημα ανταμοιβής και τιμωρίας διδάσκει στο παιδί να συμπεριφέρεται με συγκεκριμένο τρόπο προκειμένου να πάρει ένα βραβείο ή να αποφύγει δυσάρεστες συνέπειες, ενώ το gentle parenting στοχεύει στο να παρακινήσει το παιδί από μέσα του και όχι στο να κυνηγήσει κάποιο εξωτερικό κίνητρο.

Αν και ερευνητικά τεκμηριωμένα στοιχεία είναι ελάχιστα λόγω του ότι η ήπια μορφή γονεϊκότητας είναι μια προσέγγιση που υιοθετήθηκε πρόσφατα, ωστόσο, ο θετικός δεσμός μεταξύ γονέα και παιδιού οδηγεί σε παιδιά που μπορούν να γίνουν ευτυχισμένα, ανεξάρτητα και ανθεκτικά ως ενήλικες. Ο τρόπος αλληλεπίδρασης με τα παιδιά μας όπως προκύπτει από το gentle parenting, τα «εμβολιάζει» συναισθηματικά, χτίζοντας εκατομμύρια νευρωνικές συνδέσεις στον εγκέφαλό τους, ενώ η επανάληψη αυτών των θετικών αλληλεπιδράσεων δημιουργεί τις νευρικές οδούς που αποτελούν τη βάση για τις μελλοντικές σχέσεις, τη μάθηση και τη λογική. Τέλος, η μίμηση αποτελεί ένα σημαντικό μηχανισμό μάθησης, ιδίως για τα μωρά και τα νήπια, έτσι οι προσπάθειές ενός γονέα να υποδείξει ενσυναίσθηση, σεβασμό και κατανόηση θέτουν τα θεμέλια των μελλοντικών θετικών κοινωνικών δεξιοτήτων των παιδιών του, αποτελώντας μία βασική ψυχοσυναισθηματική επένδυση στην ανατροφή τους.

Παγίδες του gentle parenting

Μία νέα έρευνα έρχεται να φέρει στο φως στοιχεία ότι το gentle parenting μπορεί να αποβεί πολύ «σκληρό» για τους γονείς. Συγκεκριμένα, αφού συγκεντρώθηκαν στοιχεία από περισσότερους από 100 γονείς από 32 έως 51 ετών, με τουλάχιστον ένα παιδί ηλικίας 2 έως 7 ετών, τους ζητήθηκε να αναφέρουν πώς μεγάλωσαν τα παιδιά τους, πώς τα μεγάλωσαν οι δικοί τους γονείς και πώς αντιδρούν όταν το παιδί τους συμπεριφέρεται άσχημα. Για τους περισσότερους συμμετέχοντες, η ήπια ανατροφή αφορούσε κυρίως το να παραμένουν ήρεμοι σε δύσκολες στιγμές με τα παιδιά τους. Ωστόσο, παρατηρήθηκε ότι πάνω από το 40% των “ευγενικών γονέων” μέσα από προσωπικές εξομολογήσεις ανέφεραν ότι ένιωθαν συχνά εξαντλημένοι, αβέβαιοι, σκληροί με τον εαυτό τους και μόνοι.

Φαίνεται λοιπόν, ότι ενώ οι τεχνικές ήπιας γονεϊκότητας δίνουν έμφαση στην ενσυναίσθηση, την επικοινωνία και τη σύνδεση, υπάρχουν αρκετά μειονεκτήματα και πιθανές αρνητικές συνέπειες που σχετίζονται με αυτή την προσέγγιση και κάποιες φορές την καθιστούν όχι τόσο αποτελεσματική όσο φαίνεται.

Ανάμεσα στα μειονεκτήματα περιλαμβάνεται η έλλειψη σταθερών ορίων και η έλλειψη δομής και πειθαρχίας για τα παιδιά. Ενώ τα όρια είναι απαραίτητα για την ανάπτυξη ενός παιδιού και την ανάπτυξη της αίσθηση αυτοελέγχου, καθώς παρέχουν μια αίσθηση ασφάλειας και βοηθούν τα παιδιά να κατανοήσουν τη θέση τους στον κόσμο, τα ασαφή όρια, από την άλλη, συμβάλλουν ώστε τα παιδιά να μην κατανοήσουν τις συνέπειες των πράξεών τους, να δυσκολεύονται με τον αυτοέλεγχο, τη λήψη αποφάσεων και την κατανόηση των ευθυνών τους.

Ενώ οι υποστηρικτές του gentle parenting υποστηρίζουν ότι το να δίνουμε επιλογές αντί για εντολές, ενδυναμώνει τα παιδιά και βοηθά στην προώθηση της ανεξαρτησίας τους, είναι σημαντικό να υπάρχει ισορροπία. Τα παιδιά εξακολουθούν να χρειάζονται καθοδήγηση από τους γονείς τους για να περιηγηθούν στις πολυπλοκότητες της ζωής, μέχρι να φτάσουν στην ενηλικίωση. Η επίτευξη, λοιπόν, της ισορροπίας μεταξύ της φροντίδας και της παροχής σταθερότητας είναι το κλειδί για την ανατροφή ολοκληρωμένων και συναισθηματικά υγιών παιδιών.

Επίσης φαίνεται, ότι η ήπια γονεϊκότητα δεν είναι για τους αδύναμους. Αυτό το στυλ ανατροφής προϋποθέτει πολλή αυτοπειθαρχία και μεγάλες δόσεις υπομονής, κάτι που πρακτικά μοιάζει ανέφικτο στην σκληρή και απαιτητική καθημερινότητα ενός γονέα. Το να είναι πρότυπο ενσυναίσθησης, σεβασμού, κατανόησης και επικοινωνίας ένας γονιός ακούγεται ιδανικό αλλά φυσικά δεν πραγματώνεται χωρίς ατοπήματα, γι’ αυτό και οφείλουμε να δείχνουμε κατανόηση προς τον εαυτό μας και να μην απογοητευόμαστε όταν η υπομονή στερεύει, οι δυνάμεις εξαντλούνται και η ψυχική και σωματική κούραση παίρνουν τα ηνία της συμπεριφοράς μας. Ας προσπαθήσουμε ξανά, ας προσπαθήσουνε πάλι, καθώς δεν υπάρχει κανένας τρόπος να είμαστε τέλειοι γονείς, αλλά αμέτρητοι τρόποι να είμαστε αρκετά καλοί γονείς και αυτό είναι το πολυτιμότερο δώρο στα παιδιά μας, μετά την αγάπη μας.

Τελικά, τι προτείνεται στους γονείς;

Η επιλεκτικότητα!

Ο τρόπος που επιλέγουμε να μεγαλώσουμε τα παιδιά μας δεν μπορεί να βασίζεται σε κανένα εγχειρίδιο οδηγιών ούτε να γίνεται βάση κάποιας συνταγής «σωστού γονέα», υιοθετώντας μονοδιάστατα ένα στυλ ανατροφής. Ενώ είναι ζωτικής σημασίας ο κάθε γονέας να φροντίζει τον ίδιο του τον εαυτό και να εκφράζει τα συναισθήματά του, ώστε να μπορεί να φροντίσει έπειτα και τα παιδιά του.

Θα πρέπει να αποδεχτούμε ότι το ταξίδι της γονεϊκότητας περιλαμβάνει πολλές στιγμές αβεβαιότητας και αυτό-αμφιβολίας. Σκεφτείτε ότι η γονεϊκότητα μοιάζει με έναν ζωντανό οργανισμό που αναπνέει και αλλάζει ανάλογα τις συνθήκες της ζωής μας, την προσωπικότητα του παιδιού μας και τα γεγονότα που θα κληθούμε να αντιμετωπίσουμε μαζί. Κανένα βιβλίο ή «δεκάλογος» δεν μας εξασφαλίζει την επιτυχία, καθώς η επιτυχία ενός γονέα είναι τελικά το ότι είναι μοναδικός, το ότι θέλει να βελτιώνεται υποκινούμενος από την αγάπη του για τα παιδιά του.

Όπως λέει και η Goodwin, οι γονείς κάποιες φορές επιδιώκουν να κρύβουν τι νιώθουν γιατί δεν θέλουν να χρησιμοποιούν τα συναισθήματά τους ώστε να χειρίζονται το παιδί τους, όμως δεν αποδεικνύεται κάπου ότι η ειλικρίνεια στην εκδήλωση συναισθημάτων έχει κάποια αρνητική επίπτωση στα παιδιά. Αντίθετα, αποκρύπτοντας τα συναισθήματά μας από τα παιδιά καταλήγουμε να τους δημιουργούμε στρες και να επιβαρύνουμε τη μεταξύ μας σχέση. Επιπλέον, είναι αδύνατον να μπορέσουμε να ρυθμίσουμε τα συναισθήματα των παιδιών μας , όταν εμείς οι ίδιοι βρισκόμαστε έξω από το παράθυρο ανοχής μας.

Τέλος, αυτό που λέω πάντα στους γονείς είναι ότι πέρα από κάθε συμβουλευτική και ενημέρωση που τους εμπλουτίζει με γνώσεις γονεϊκότητας, βασικός πυλώνας στο ταξίδι της ανατροφής των παιδιών τους να είναι το δικό τους γονεϊκό ένστικτο. Όποτε ένας γονέας δυσκολεύεται, όποτε ζορίζεται, όποτε αυτοαναιρείται , είναι σημαντικό να παίρνει μία απόσταση και να έρχεται σε επαφή με την καρδιά του, εκεί βρίσκεται και η κινητήριος δύναμη των πάντων, η αγάπη που έχει για τα παιδιά του!

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *